«Διαταραχές ύπνου στα παιδιά και στους εφήβους: Συνηθέστερες διαταραχές, αιτίες και τρόποι αντιμετώπισης.»
Ο ύπνος θεωρείται μια εξαιρετικά χρήσιμη λειτουργία για την επιβίωση του ανθρώπου και χαρακτηρίζεται από περιοδική αδράνεια του σώματος και μειωμένη συνείδηση. Χάρις αυτόν γίνεται αποκατάσταση των λειτουργιών και διατήρηση της ομοιόστασης του οργανισμού, ώστε το άτομο να μπορεί να ανταπεξέρχεται με επιτυχία στις προκλήσεις της καθημερινότητας. Τι γίνεται όμως όταν αυτή η πολύτιμη λειτουργία διαταράσσεται; Σύμφωνα με πληθώρα ερευνών, η διατάραξη του ύπνου μπορεί να οδηγήσει σε ποικίλα προβλήματα σωματικής αλλά και ψυχικής υγείας ανεξαρτήτως ηλικίας. Συγκεκριμένα, με τον ορό διαταραχές ύπνου αναφερόμαστε σε ένα άλλο πλήθος διαταραχών.
Οι διαταραχές ύπνου ανάλογα με το βασικό τους σύμπτωμα μπορούν να χωριστούν σε δυσυπνιές και παραϋπνίες.Η πρώτη κατηγορία σχετίζεται με την διάρκεια, την ποιότητα και την χρονική επέλευση του ύπνου και περιλαμβάνει τις αϋπνίες, τις υπερυπνίες (όπως η ναρκοληψία που θεωρείται η πιο γνωστή υπερυπνία) και τις διαταραχές του κύκλου ύπνου-εγρήγορσης. Οι αϋπνίες, το πιο συχνό φαινόμενο, σχετίζεται με την δυσκολία έλευσης και τη διατήρησης του ύπνου καθώς και του πρωινού ξυπνήματος. Η δεύτερη κατηγορία που αφορά τις παραϋπνίες σχετίζεται με ανεπιθύμητα φυσικά γεγονότα ή εμπειρίες κατά την είσοδο, τη διάρκεια ή την αφύπνιση και οι οποίες επηρεάζουν αρνητικά την ποιότητα του ύπνου. Στο παρόν άρθρο θα γίνει ιδιαίτερη αναφορά στα παιδιά και στους εφήβους, οπού στις συγκεκριμένες ηλικιακές ομάδες οι αϋπνίες είναι αρκετά συχνές.
Οι αϋπνίες στη σχολική ηλικία φαίνεται να αποτελούν συνέχεια εκείνων της νηπιακής ηλικίας. Τα προβλήματα του ύπνου στη συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα φαίνεται να σχετίζονται είτε με φοβίες που αναπτύσσουν τα παιδιά ανάλογα και με το αναπτυξιακό τους στάδιο, είτε με έγερση τη νύχτα εξαιτίας ψυχιατρικών ή οργανικών διαταραχών . Τα παιδιά συνήθως ξυπνούν κουρασμένα το πρωί λόγω της χαμηλής ποιότητας του ύπνου. Στην εφηβεία, οι διαταραχές που παρατηρούνται περισσότερο είναι οι παραϋπνίες που συνεχίζονται από την παιδική ηλικία και οι δυσυπνίες, κυρίως με τη μορφή διαταραχών του κιρκαδιανού ρυθμού, και λιγότερο ως αϋπνίες και υπερυπνίες. Οι έφηβοι σπάνια ζητούν βοήθεια για να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα στο ύπνο τους. Οι περισσότεροι συνδέουν τα προβλήματα αυτά με ψυχολογικούς παράγοντες όπως η ένταση στο οικογενειακό περιβάλλον, η ανησυχία, το στρες, οι σχολικές δυσκολίες και τα κοινωνικά ή ακαδημαϊκά προβλήματα.
Σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία δεν έχουν αποσαφηνιστεί πλήρως τα αίτια για την ύπαρξη διαταραχών ύπνου στην παιδική και εφηβική ηλικία. Παρόλα αυτά σε κάθε παιδί/έφηβο υπάρχουν μεγάλες ατομικές διάφορες και συνήθως για αυτό ευθύνονται τόσο οργανικοί όσο και περιβαλλοντικοί παράγοντες. Η ιδιοσυγκρασιακή δομή του παιδιού, αλλά και οι γονεϊκές προσδοκίες συνδέονται άμεσα με τις συνήθειες του ύπνου. Επίσης, οργανικές και ψυχικές παθήσεις παίζουν μείζονα ρόλο. Ψυχολογικοί παράγοντες όπως στρεσογόνες καταστάσεις, ψυχοπιεστικοί παράγοντες της καθημερινότητας, άγχος και κατάθλιψη πολύ συχνά συνδέονται με τις διαταραχές του ύπνου. Ακόμα, η ύπαρξη μη σταθερής ρουτίνας ύπνου, οι ακαδημαϊκές εξετάσεις, άγχος για μελλοντικά σχέδια, brainstorming πριν τον ύπνο και η αναπόληση των γεγονότων της ημέρας είναι παράγοντες που συνδέονται με την ύπαρξη αϋπνίας. Επιπλέον, η κακοποίηση, ο χωρισμός των γονέων, ένας θάνατος, μια μετακίνηση σε άλλη πόλη ή μια μετακόμιση θα αναστατώσουν τον ψυχισμό του παιδιού και θα του δημιουργήσουν πέραν της αϋπνίας σύνοδα συμπτώματα όπως μειωμένη όρεξη και διάθεση.
Υπάρχουν αρκετοί τρόποι αντιμετώπισης των διαταραχών ύπνου, οι οποίοι μπορούν να βοηθήσουν τα παιδιά και τους εφήβους να ανακουφιστούν από τα ενοχλητικά συμπτώματα και τις συνέπειες της αϋπνίας. Αρχικά, ένας υγιεινός τρόπος ζωής, η καθιέρωση ενός σταθερού ωραρίου, η πιστή τήρηση του προγράμματος και η εξασφάλιση των κατάλληλων συνθηκών από τον γονέα για να κοιμηθεί το παιδί, όπως ένα σκοτεινό δωμάτιο με κατάλληλη θερμοκρασία αποτελούν ένα καλό ξεκίνημα. Στις περιπτώσεις, όμως, που το παιδί ταλαιπωρείται από κάποιο σωματικό πρόβλημα ή ψυχική διαταραχή πρέπει να ακολουθήσει διάγνωση από γιατρό ώστε να αποκλειστούν ή να αντιμετωπιστούν τα παθολογικά αίτια και εν συνεχεία να αξιολογηθεί από κάποιον ειδικό ψυχικής υγείας. Για την προαγωγή ενός ποιοτικού ύπνου σημαντικό ρόλο έχει η συχνή καθημερινή άσκηση χαμηλής έντασης λίγες ώρες πριν την κατάκλιση. Αυτό σε συνδυασμό με ένα θερμό μπάνιο θα ενισχύσει την ποιότητα του ύπνου. Έπειτα, η κατανάλωση θρεπτικών γευμάτων κατά τη διάρκεια της ημέρας και ενός πιο ελαφριού γεύματος το βράδυ βελτιώνουν σε μεγάλο βαθμό τον ύπνο του παιδιού καθώς η σχέση διατροφής-ύπνου είναι αμφίδρομη. Ακόμα, η προσπάθεια χαλάρωσης πριν την κατάκλιση με τη βοήθεια της μουσικής ή της γιόγκα έχει σημαντικές θεραπευτικές ιδιότητες. Αν ένα παιδί ή έφηβος παρουσιάζει διαταραχές άγχους, είναι απαραίτητο ο γονέας να κατευνάσει τα συναισθήματα του και να συζητήσει μαζί του γι’ αυτά που το απασχολούν. Εν συνεχεία είναι σημαντικό να ζητήσουν και οι δυο βοήθεια από κάποιον επαγγελματία ψυχικής υγείας ώστε να διαγνωστούν πιθανές υποκείμενες αιτίες της διαταραχής.
Οι διαταραχές ύπνου είναι ένα πεδίο διαταραχών το οποίο δεν έχει διερευνηθεί ακόμα όσο θα έπρεπε. Παρόλα αυτά οι γονείς είναι θεμιτό να παρατηρούν τυχόν αλλαγές στη λειτουργικότητα και διάθεση του παιδιού αλλά και να μη διαφεύγουν της προσοχής τους τυχόν ενοχλήσεις που μπορεί να εκφράσει το παιδί ή ο έφηβος. Η υπνηλία κατά τη διάρκεια της ημέρας που διαρκεί για μεγάλο χρονικό διάστημα αποτελεί ένδειξη ώστε ο γονέας να επικοινωνήσει με το παιδί και να αποκαταστήσει την ψυχοσυναισθηματική του ισορροπία που πιθανότατα να έχει διαταραχθεί. Ο γονέας είναι καλό να απευθυνθεί σε ένα ειδικό ψυχικής υγείας για αυτό, ο οποίος θα χρησιμοποιήσει την κατάλληλη εξατομικευμένη παρέμβαση για να ανακουφίσει το παιδί από την συμπτωματολογία και τον γονέα από την συναισθηματική φόρτιση.
Η καλύτερη θεραπεία είναι η πρόληψη, συνεπώς όσο πιο νωρίς επιτευχθεί η παραπομπή του παιδιού σε κάποιον ειδικό, τόσο πιο γρήγορα θα αποκατασταθεί η υγειά και η παραγωγικότητα του. Έπονται η κλινική φροντίδα, η συμβουλευτική και η αποκατάσταση οι οποίες παρέχουν στα παιδιά αισθήματα ασφάλειας, σταθερότητας και αυτοέκφρασης μέσα σε έναν εξειδικευμένο χώρο κατάλληλο για τις ατομικές τους ανάγκες αλλά και για την συμβουλευτική γονέων.
Μαρία – Άννα Κερχουλά.
Απόφοιτος Τμήματος Ψυχολογίας ΕΚΠΑ.
Η συγγραφή του παρόντος πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια πρακτικής άσκησης και της ενεργούς συμμετοχής της συναδέλφου στην ερευνητική βιβλιογραφία και ανάλυση.
References:
Bagley, E. J., Kelly, R. J.,Buckhalt, J. A., & El-Sheikh, M. (2014). What keeps low-SES children from sleeping well: the role of presleep worries and sleep environment. Elsevier, Sleep Medicine, 496-502. http://dx.doi.org/10.1016/j.sleep.2014.10.008
Γκούντα, Χρ. (2018). Διαταραχές Ύπνου. (Πτυχιακή εργασία, Ανώτατο Τεχνολογικό Ίδρυμα Τ.Ε.Ι. Ηπείρου, Ιωάννινα). Ανακτήθηκε από https://apothetirio.lib.uoi.gr/xmlui/handle/123456789/9834
Καραγιάννη Β., & Καζαλα, Α-Μ. (2017). Διαταραχές ύπνου στην παιδική ηλικία. (Πτυχιακή Εργασία, Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Δυτικής Ελλάδος, Δυτική Ελλάδα). Ανακτήθηκε απόhttp://repository.library.teimes.gr/xmlui/handle/123456789/6024
Λαζαράτου, Ε., & Δικάιος, Δ. (2002). Η αναπτυξιακή θεώρηση των διαταραχών ύπνου. Αρχεία Ελληνικής Ιατρικής 2002, 19(6):633–644. Ανακτήθηκε απόhttps://www.mednet.gr/archives/2002-6/pdf/633.pdf
Ζούζουλα, Ε.,Κάζα, Θ., & Καλακώνα, Ν. (2020). Διαταραχές ύπνου στα παιδιά – Αιτίες και μέθοδοι αντιμετώπισης. (Πτυχιακή Εργασία, Ελληνικό Μεσογειακό Πανεπιστήμιο, Ηράκλειο). Ανακτήθηκε απόhttps://apothesis.lib.hmu.gr/handle/20.500.12688/9662